ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΣΕ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ

ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΣΕ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ

Μια ακόμη επιτυχία του 3ου Γυμνασίου Λιβαδειάς: Η μαθήτρια μας της Β΄ Γυμνασίου Δημητρένια Γκίκα συμμετείχε στον 6ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Εφηβικού Διηγήματος και Ποίησης (2017-2018)  «Γρηγόρης Πεντζίκης» , που διοργανώνεται υπό την αιγίδα  του Υπουργείου Παιδείας (ΥΠ.Π.Ε.Θ./157802/Γ2/02-10-2014), της  Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Δράμας και του Επιστημονικού και Πολιτιστικού Συλλόγου «Εκπαιδευτικός Κύκλος» στην Δράμα.  Στο διαγωνισμό το διήγημά της πήρε το 3ο Βραβείο ανάμεσα σε 550 διαγωνιζόμενους.  Πολλά συγχαρητήρια και εις ανώτερα, γιατί η λογοτεχνική παραγωγή της χώρας χρειάζεται αυθεντικά καλλιτεχνικά δημιουργήματα μέσα σε έναν κυκεώνα χαμηλού επίπεδου μαζικής παραλογοτεχνίας.

Ελπίζουμε και στην επιτυχία και άλλων μαθητών μας και προσβλέπουμε η ίδια η Δημητρένια να γίνει, μαζί με τους άλλους στόχους της, μια φτασμένη λογοτέχνης. Γιατί οποιοδήποτε επάγγελμα και αν διαλέξει, αυτό δεν αναιρεί τη σχέση που κάποιος οφείλει να αποκτήσει με τη λογοτεχνία, όσο και αν διαθέτει το ταλέντο με την ίδια τη λογοτεχνική παραγωγή, δημιουργώντας, έτσι, ένα παράλληλο σύμπαν δημιουργικότητας.

Ο Διευθυντής και ο Σύλλογος Καθηγητών

 

Παρακάτω ακολουθεί μια αυτό-παρουσίαση της νέας μας λογοτέχνιδος με τις εντυπώσεις που αποκόμισε από όλη τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό και τη διαδικασία της βράβευσης της.

 

 

Αποτίμηση του διαγωνισμού από τη μαθήτρια

 

Ονομάζομαι  Δημητρένια Γκίκα, είμαι μαθήτρια της Β΄ τάξης του 3ου Γυμνασίου Λιβαδειάς και τον Δεκέμβρη που μας πέρασε αποφάσισα να λάβω μέρος  στον 6ο πανελλήνιο διαγωνισμό εφηβικού διηγήματος και ποίησης προς τιμήν του λογοτέχνη Γρηγόριου Πεντζίκη.

Όλα ξεκίνησαν, όταν η φιλόλογός μας κ. Νικολάου, μας γνωστοποίησε τον διαγωνισμό και μας παρότρυνε να συμμετέχουμε. Έτσι, όταν στις διακοπές των Χριστουγέννων κάθισα να γράψω, η βασική ιδέα του διηγήματός μου ήρθε αμέσως στο μυαλό μου. Ο τίτλος του είναι «Φυγόκεντρος δύναμη» και αποτελεί έναν ύμνο στη γνήσια κι αληθινή φιλία μέσα από τα μάτια μιας έφηβης κοπέλας, που αναγκάζεται να αλλάζει συνεχώς τόπο κατοικίας. Τελικά η γνωριμία της με ένα άτομο με κινητικές δυσκολίες θα την κάνει να αναθεωρήσει πολλά από όσα σκεφτόταν και να αντιμετωπίζει τη ζωή θετικά κι αισιόδοξα.

Έστειλα το κείμενό μου στη Δευτεροβάθμια Διεύθυνση Δράμας, η οποία διοργανώνει τον διαγωνισμό. Δε στόχευα στη διάκριση, μου αρκούσε που μπήκα στη διαδικασία να γράψω, κάτι που δεν είχα ξανακάνει μέχρι στιγμής. Εξάλλου μέσα σε 550 γραπτά είναι δύσκολο να διακριθεί κανείς.

Κι όμως η χαρά μου ήταν ανείπωτη, όταν χτύπησε το τηλέφωνο και μας είπαν ότι διακρίθηκα με το 3ο πανελλήνιο βραβείο διηγήματος σε επίπεδο Γυμνασίου.

Η ημέρα βράβευσης ήταν η 20η Απριλίου στο Μουσικό Σχολείο Δράμας. Παρευρέθηκα εκεί με μεγάλη χαρά. Τόσο η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης όσο και ο επιστημονικός σύλλογος «Εκπαιδευτικός Κύκλος» είχαν κάνει άψογη προετοιμασία. Στην είσοδο μας καλωσόριζε ο διευθυντής της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κ. Κιουλάνης και η πρόεδρος του «Εκπαιδευτικού κύκλου». Η εκδήλωση έγινε στο αμφιθέατρο του σχολείου, που ήταν κατάμεστο από κόσμο. Στο κέντρο της αίθουσας υπήρχε ορχήστρα που αποτελούνταν από πολλά όργανα και στο αριστερό μέρος του αμφιθεάτρου καθόταν η χορωδία μαθητών της Α΄ Γυμνασίου που συμμετείχε στην εκδήλωση. Τη βραδιά άνοιξε ο κ. Κιουλάνης, ο οποίος ήταν και ο εμπνευστής αυτού του διαγωνισμού και μίλησε για τις ελπίδες του κόσμου στη νέα γενιά, που ενώ κατηγορείται για πολλά, αποδεικνύεται δραστήρια, μάχιμη, με φρέσκιες και πρωτότυπες ιδέες. Επίσημοι καλεσμένοι ήταν ο συνθέτης Μιχάλης Τρανουδάκης και ο συγγραφέας-δημοσιογράφος  Γιώργος Χρονάς, οι οποίοι μίλησαν για το έργο τους και προέτρεψαν τους νέους να «κυνηγούν» τα όνειρά τους και να εκφράζονται μέσω οποιασδήποτε μορφής τέχνης. Στη συνέχεια ο λόγος  δόθηκε στη μουσική και έντεχνες μελωδίες άγγιξαν την ψυχή μας και μας ταξίδεψαν. Οι μαθητές του μουσικού σχολείου με τις βελούδινες φωνές τους μας έκαναν να τους καταχειροκροτήσουμε και να καταλάβουμε ότι πράγματι υπάρχουν παιδιά με ιδιαίτερες κλίσεις και ταλέντα. Το δεύτερο μέρος της εκδήλωσης ήταν αφιερωμένο στους διακριθέντες μαθητές και στα έργα τους. Ανακοινωνόταν το όνομα του κάθε μαθητή, ο οποίος ανέβαινε στη σκηνή, έπαιρνε το βραβείο του και κάποιος άλλος μαθητής διάβαζε το ποίημα ή το διήγημά του. Όλα τα έργα ήταν αξιόλογα, προσεγμένα, ιδωμένα από τη νεανική σκοπιά. Παράλληλα απονεμήθηκαν ειδικοί έπαινοι σε μαθητές και μαθήτριες από τα ελληνόφωνα σχολεία του εξωτερικού. Εκτός από το βραβείο, ο κάθε μαθητής έπαιρνε ως δώρο ένα κουτί με βιβλία που αφορούν στην ιστορία και τον πολιτισμό της Δράμας. Η εκδήλωση έληξε με παράθεση δείπνου σε ειδικό χώρο του σχολείου. Ήταν μια εξαιρετική βραδιά!

 

Το βραβευμένο διήγημα

 

Νεφέλη                                                                                                             Γυμνάσιο

 

Φυγόκεντρος δύναμη

 

Η πόρτα χτύπησε δειλά. Η παρουσία του πατέρα σκοτείνιασε το φωτεινό δωμάτιο. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα περιμένουμε τη μετάθεσή του. Κι ύστερα, με συνοπτικές διαδικασίες, απαρνούμαστε φίλους, συμμαθητές κι ό,τι μας ενώνει μ’ αυτούς κι απομακρυνόμαστε…απλά απομακρυνόμαστε. Τα προηγούμενα χρόνια τα πράγματα δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Λόγω ηλικίας δεν έκανα γερές, γνήσιες φιλίες που θα μου κόστιζαν αν τις έχανα. Απεναντίας, μου άρεσε ν’ αλλάζω περιβάλλον και να γνωρίζω νέα άτομα. Όμως φέτος όλα ήταν διαφορετικά.
– « Ελπίδα! », η φωνή του πατέρα διέκοψε τις σκέψεις μου.
– « Βγήκε η μετάθεσή σου ε; Πού πάμε λοιπόν; » ρώτησα κι ένας κόμπος στάθηκε στον λαιμό μου.
– « Φέτος φτιάχνουμε βαλίτσες για την ξελογιάστρα Θεσσαλονίκη.», ήχησε ενθουσιασμένος ο μπαμπάς.
Πόσο εύκολα βγαίνουν οι λέξεις από το στόμα των μεγάλων και πόσο αβίαστα θέτουν σε εφαρμογή ό,τι τους επιφυλάσσει η ζωή. Εγώ όμως φέτος αρνούμαι. Αρνούμαι να κάνω κάτι που δε θέλω, αρνούμαι ν’ απαρνηθώ τους φίλους μου, αρνούμαι ν’ ακολουθήσω το πρόγραμμά τους. Ήταν η πρώτη χρονιά που απέκτησα μια πραγματική φίλη και τώρα πρέπει να την αποχωριστώ.
– « Η ζωή μάς ανοίγει δρόμους, νέες προοπτικές, μονοπάτια που πρέπει ν’ ακολουθούμε για ένα καλύτερο αύριο » ήταν τα λόγια της μαμάς που με προσγείωσαν στην πραγματικότητα.
– « Συμφωνώ, αλλά αν κάποιος δε θέλει να κάνει αυτή τη ζωή, δεν επιθυμεί κάθε χρονιά να ξεριζώνεται από έναν τόπο και αποζητά φιλίες σταθερές που ν’ αντέχουν στο χρόνο, που να δοκιμάζονται, χωρίς διακοπή; Τι γίνεται σ’ αυτήν την περίπτωση, μαμά;
– « Αυτές οι σκέψεις ταλάνιζαν και το δικό μου μυαλό στο παρελθόν, αλλά πίστεψέ με όλα συνηθίζονται », ήταν οι κοφτές και σε αυστηρό τόνο κουβέντες της μητέρας.
Αχ, πόσο απερίγραπτα σκληροί και χωρίς συναισθηματική νοημοσύνη είναι πολλές φορές οι μεγάλοι!

Κλείνω την πόρτα του δωματίου μου. Βυθίζομαι στις σκέψεις μου. Ως δια μαγείας πέφτει από το ράφι της βιβλιοθήκης μπροστά μου ένα άλμπουμ φωτογραφιών, το μοναδικό που έχω στην κατοχή μου. Εξάλλου τώρα όλα είναι σε ηλεκτρονική μορφή. Αλλά καμιά φορά αυτά τα παραδοσιακά, της παλιάς εποχής έχουν άλλη αξία. Έτσι κι εγώ για να κρατήσω ζωντανές τις στιγμές , εκτύπωσα κάποια χαρακτηριστικά περιστατικά με τους φίλους μου. Ξεφυλλίζω το άλμπουμ και αναμνήσεις κατακλύζουν το μυαλό μου. Ένα δάκρυ κυλά… Φίλοι… Αξία ανεκτίμητη. Δύσκολα κερδίζονται, εύκολα χάνονται. Κι εγώ τους χάνω με περίσσια ευκολία. Παίρνω στα χέρια μου το τηλέφωνο. Θέλω να μιλήσω στη φίλη μου, να μοιραστώ με κάποιον που θα με καταλάβει τις ανησυχίες και τη θλίψη μου. Κι επειδή εμείς οι συνομήλικοι, εκπέμπουμε στο ίδιο μήκος κύματος, η αντίδραση της Ναταλίας ήταν αναμενόμενη.
– « Κλείσε, έρχομαι από εκεί » ήταν τα λόγια της που μετά βίας ακούγονταν μέσα από το ακουστικό. Σε χρόνο αστραπή ήταν στο σπίτι. Με έσφιξε τόσο δυνατά στην αγκαλιά της σα να μη με ξαναέβλεπε ποτέ. Κι ίσως να χανόμασταν για πάντα. Ή αν μη τι άλλο θα χανόταν αυτή η επικοινωνία η ζωντανή, η καθημερινή, οι στιγμές που κάνουν μια σχέση δυνατή, ανεξίτηλη στο χρόνο.
– « Σήμερα οι φιλίες διατηρούνται, αντέχουν έστω κι από απόσταση χάρη στην τεχνολογία » βιάστηκε να μας διακόψει η μαμά. Και συνέχισε: « Το skype, τα chat κι όλα αυτά τα μαραφέτια δε θ’ αφήσουν τη φιλία σας να χαθεί αν εσείς οι δύο το θέλετε πραγματικά.»
Αχ βρε μαμά! Πόσο αφελής είσαι ώρες ώρες. Μια πραγματική φιλία που δοκιμάζεται καθημερινά, που έχει σκαμπανεβάσματα, δεν αντέχει στην απόσταση ούτε κλείνεται μέσα σε εικόνες και like. Η προσωπική επαφή και οι απλές καθημερινές στιγμές χτίζουν τη σχέση. Αλλά πού να καταλάβουν οι μεγάλοι από αυτά. Βυθίζονται στα δικά τους προβλήματα και το μόνο που τους απασχολεί είναι η καριέρα τους.
Ξαφνικά καθώς μιλούσε η μαμά για μέσα κοινωνικής δικτύωσης και νέες τεχνολογίες μου ήρθε στο μυαλό μια διαδικτυακή φίλη που έχω από τη Θεσσαλονίκη. Τώρα που θα πήγαινα εκεί ήταν ευκαιρία να βρεθούμε. Αμέσως άνοιξα τον υπολογιστή. Μια χαρά με πλημμύρισε χωρίς να ξέρω τον λόγο. Της έστειλα μήνυμα και περίμενα, περίμενα χωρίς να έχω απάντηση…

Ο καιρός κυλούσε γρήγορα κι έφτασε η μέρα της αναχώρησής μας. Ο αποχαιρετισμός δύσκολος, σπαρακτικός. Δεν άφησα όμως τους συναισθηματισμούς μου να με καταβάλλουν και προς μεγάλη μου έκπληξη ένιωσα να γίνομαι δυνατή σαν τους μεγάλους. Θέλει κότσια να το κάνεις αλλά κάτι μέσα μου με πλημμύριζε χαρά κι αυτή η αβεβαιότητα για το άγνωστο διέγειρε πλέον κάθε κύτταρο του σώματός μου.
Ανηφορίζαμε προς Θεσσαλονίκη. Εγώ μέσα στο αυτοκίνητο με τ’ ακουστικά στ’ αυτιά άκουγα μουσική αγναντεύοντας το καταπράσινο τοπίο. «Απαράμιλλη, μοναδική Ελλάδα!» σκέφτηκα. Τουλάχιστον δεν πάμε στο εξωτερικό. Η ξενιτιά είναι αγκάθι που δεν καταπίνεται εύκολα. Ξαφνικά έχω μήνυμα στο κινητό. Ανοίγω τη συνομιλία. Ήταν η Μαρία από τη Θεσσαλονίκη, μια κοπέλα συνομήλική μου που δεν έχουμε συναντηθεί από κοντά, τα λέμε μόνο από το ίντερνετ και τελευταία όχι και τόσο συχνά. Κάποτε, θυμάμαι, κάναμε ατελείωτες συζητήσεις και με εξίταρε το γεγονός ότι για την ηλικία της έδειχνε μια ασυνήθιστη ωριμότητα. Κάποια στιγμή της ζήτησα να βρεθούμε. Ή να έρθει στην πόλη μου ή να πάω εγώ στη δική της. Από τότε, κατά έναν περίεργο τρόπο, χάθηκε, σαν να μην ήθελε να συναντηθούμε, σαν να έκρυβε ένα μυστικό. Ανυπομονούσα όμως να την γνωρίσω.
Φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη μού ήταν γνώριμη. Την είχα επισκεφτεί στο παρελθόν αρκετές φορές. Η μόνη μου ανησυχία ήταν πώς θα ενσωματωθώ στο νέο μου σχολείο, ειδικά στα μέσα της χρονιάς που όλοι έχουν δημιουργήσει τις παρέες τους. Κανόνισα να συναντηθώ με τη Μαρία. Μέρα συνάντησης η αυριανή. Τόπος συνάντησης η Καμάρα, στο κέντρο της πόλης. Δεν ξέρω γιατί, αλλά έχω αγωνία και μια ανείπωτη προσμονή να την γνωρίσω.
Έφτασα εκεί λίγο νωρίτερα. Ήμουν πολύ περίεργη για την εξωτερική της εμφάνιση αφού στη φωτογραφία προφίλ της στους λογαριασμούς της στο διαδίκτυο δεν έχει το πρόσωπό της. Την φανταζόμουν ψηλή, με μακριά μαλλιά και φυσικά να φοράει γυαλιά που θα της δίνουν μια σοφιστικέ νότα αφού στο μυαλό μου είχε εντυπωθεί ως άτομο που έχει ιδιαίτερες γνώσεις κι αντιμετωπίζει τις όποιες καταστάσεις με αφοπλιστική ωριμότητα. Στο σημείο αυτό ο κόσμος ήταν πολύς. Άλλος έφευγε, άλλος ερχόταν κι όλοι μαζί χάνονταν στους γοργούς ρυθμούς της μεγαλούπολης. Ξάφνου ένιωσα ένα απαλό χτύπημα στην πλάτη. Γύρισα και μια γλυκιά φωνή μου είπε:
– « Είμαι η Μαρία. Εσύ είσαι σίγουρα η Ελπίδα.»
Τα πόδια μου κόπηκαν στο θέαμα που αντίκρισα. Μια όμορφη κοπέλα με ευγενική φυσιογνωμία ήταν καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι. Δεν ήξερα τι να πω. Σάστισα…
– « Σε απογοήτευσα ε; » μου ψέλλισε.
– « Ίσα – ίσα με εξέπληξες θετικά » απάντησα και η φωνή μου ακουγόταν ακόμα πιο ταραγμένη. Δυστυχώς στην Ελλάδα η διαφορετικότητα δε γίνεται εύκολα αποδεκτή. Δεν είχα ποτέ ξανά συναναστραφεί με άτομο που αντιμετωπίζει κινητικά προβλήματα και δεν ήξερα πώς να συμπεριφερθώ.
Καθίσαμε σε μια καφετέρια στην πλατεία Αριστοτέλους. Μου είπε πως πριν τρία χρόνια η οικογένειά της και η ίδια είχαν ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα κατά τη διάρκεια του οποίου η μαμά της σκοτώθηκε,. Πάγωσα. Έμεινα άφωνη. Αντιθέτως η Μαρία ήταν τόσο ήρεμη, τόσο συνειδητοποιημένη και η ζωή της κυλούσε τόσο φυσιολογικά που το δικό μου το μυαλό δεν το χωρούσε.
– « Πόσο άδικη είναι καμιά φορά η ζωή! » μου ξέφυγε φωναχτά η σκέψη μου.
– « Καθόλου άδικη » μου απάντησε και διέκρινα για ακόμη μια φορά την ωριμότητα της σκέψης της και της στάσης ζωής της. «Ποιος εξάλλου ορίζει το δίκαιο και το άδικο; Εμείς διαμορφώνουμε τη ζωή μας κι είμαστε υπεύθυνοι για το αν θα την εξελίξουμε, αν θα μάθουμε να επιβιώνουμε υπό όποιες συνθήκες ή θα μοιρολατρούμε και θα παραδινόμαστε στα αρνητικά προστάγματα της ζωής. Μέσα από το ατύχημά μου έγινα πιο δυνατή , ωρίμασα, πήρα τη ζωή στα χέρια μου και πλέον μπορώ να αυτοεξυπηρετούμαι. Δεν αναλώνομαι πια σε μικροπρεπείς καταστάσεις που θα χαλάσουν τη διάθεσή μου, γιατί την όρεξη για ζωή και την ψυχολογία μου τα έχτισα από την αρχή, λιθαράκι, λιθαράκι, αργά και κοπιαστικά. Ο άνθρωπος είναι θηρίο. Είναι τόσο δυνατός που δεν μπορεί ν’ αντιληφθεί τα ψυχικά του αποθέματα παρά μόνο αν φτάσει εκεί που νομίζει πως δεν μπορεί, αν ξεπεράσει τον εαυτό του.»
την κοιτούσα μέσα στα μάτια και λόγια δεν έβγαιναν από το στόμα μου. Κατακλυζόμουν από δύο συναισθήματα. Θαυμασμό και δέος για το μεγαλείο της ψυχής της.
Η συνάντηση αυτή ήταν μοιραίο να συμβεί. Όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Ξημέρωσε η επόμενη μέρα. Ήμουν πλέον πιο δυνατή, πιο αποφασισμένη, πιο ώριμη ν’ αρχίσω την καινούρια μου ζωή με ψυχική δύναμη και θετική σκέψη.

 

Δημητρένια Γκίκα

Comments are closed.